Σάββατο 29 Νοεμβρίου 2014

«Οιδίπους Τύραννος»

(Εμπνευσμένο από τη συμμετοχή σε Επιμορφωτικό Σεμινάριο Θεατρικής Παιδείας – Β΄ Επιπέδου- που συνδιοργάνωσαν η Δ/νση Δ/θμιας Εκπ/σης Αιτ/νίας και το Κέντρο Πρόληψης των Εξαρτήσεων και Προαγωγής της Ψυχοκοινωνικής Υγείας Π.Ε. Αιτ/νίας «ΟΔΥΣΣΕΑΣ»)

Στο ύπατο αξίωμα της πόλης,
 ω Οιδίπου,
αξιώθηκες ν’ ανεβείς, το τέρας αφού σύντριψες με λόγου δύναμη
ανέλπιστη
του ανθρώπου που ανέδειξε το μέγα δέμας,
μα δύσμοιρε! Πώς; Με του πατέρα και βασιλιά μαζί
το φόνο,
της μάνας σου το μιαρό αγκάλιασμα, που κύρη κι αδελφό των σπλάχνων σου, που γέννησες, κατάντησε εσένα του Κάδμου απόγονε φρικτέ
και τώρα, της τραγωδίας σου το μεγαλείο ζώντας,
του φωτοβόλου μακροτοξευτή τα βέλη, ύβρεως αθέλητης κι αντάμα πείσματος θανατερού σε τρίστρατο μοιραίο γεννήματα, πώς ν’ αποφύγεις, δύστυχε και μοιραίε,
απ’ της μοναξιάς το μεγαλείο που αξιώθηκες να δοξαστείς,
μετά της άθλιας ομόκλινης το τέλος στην αυτοσχέδια αγχόνη της ντροπής,  μόνος, χωρίς το φως να οδηγεί τα βήματά σου με χτύπημα διπλό δικό σου στα μάτια τα σπινθηροβόλα, μα με σκοτάδι πιότερο μες την ψυχή, κάθαρσης τίμημα,
πλανιέσαι και πασχίζεις πια
το χρόνο που σου μένει βασανιστικός να τον πλανέψεις, τη Δίκη και τη Λύτρωση ζητώντας, αλίμονο! από πατρώα κι οικεία ανομήματα κι αγνοώντας τ’ άδηλο και ζοφερό, των τρυφερών βλαστών σου, αύριο,
στον Ιερό της Αττικής το Βράχο
Δικαίωση να βρεις…



Μάριος (και για την αντιγραφή) Πάνος Μυλωνάς

Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2014

1.    Με αφορμή το στίχο: «Κύριοι, οι καιροί ου μενετοί!», από το ποίημα του Μπέρτολντ Μπρεχτ: «Αυτή η ανεργία».

Κύριοι, οι καιροί ου μενετοί!
Για τούτο, χρέος έχουμε να μη μένουμε αργοί,
της ανεργίας το τέρας να κυνηγάμε εσαεί.
……………………………………………………………………………………..

2.    Με αφορμή το ποίημα του Μπρεχτ: «Ερωτήσεις ενός εργάτη που διαβάζει» και προσαρμογή δική μου στον τίτλο, στο σημείο «ενός εργάτη», ποίημα αφιερωμένο στα ανώνυμα υποκείμενα-δράστες της ιστορίας.

Ερωτήσεις ναυτικού που διαβάζει

Από τ’ Αλγέρι ταξιδεύοντας για Οντέσσα
                        μ’ αγέρι τον πουνέντε    
Σαρακηνών κουρσάρων κούρσα
                        ανακαλώ
μες σε γκαζάδικου το πρώτο αμπάρι
                        πλέοντας…
Κι από του Ταίναρου το άκρο απορώ πώς
            της Μονεμβασιάς το κάστρο
τόσες και τόσες επιθέσεις άντεξε στου Βυζαντίου
                        τον καιρό.
Ευλογημένη καστροπολιτεία! Θαρρείς απ’ το Θεό
            φυτεύτηκες στον άγονο το βράχο
                        ή μήπως
σιδερένια μπράτσα απογόνων του Ηρακλή
τις πέτρες τις βαριές και τα ψηλά αγκωνάρια
            συνταίριασαν με τόση τέχνη;
Κι εκεί πιο πέρα, πάνω, στης Πύλου
            το φιλόξενο λιμάνι στ’ ανοιχτά
η ξακουστή η ναυμαχία σ’ ενός φθινοπώρου την ακμή
                                    να ‘ταν
ο Κόδριγκτον, ο Δεριγνύς κι ο Ρώσος Χέυδεν
            που καυχησιά Αγαρηνών ταπείνωσαν
                                    ή μήπως
ναύτες γενναίοι, δίχως όνομα τρανό, περγαμηνές και φήμη
με νίκη ένδοξη ευλόγησαν τα φλάμπουρα της ξακουστής αρμάδας,
το έπος τους αδελφώνοντας μ’ εκείνο του ραγιά
που καρτερούσε λευτεριά κι έβλεπε πια σιμά να φτάνει; 
            Κι ύστερα, του Αιγέα το πέλαγο ανηφορίζοντας
                                                με πούσι ανέλπιστο
ανοιχτά  στ’ όμορφο το μαστιχονήσι η θύμηση πετάρισε,
                                                απ’ τα γραμμένα ξεκινώντας,
στου Κωσταντή Κανάρη το Θεριστή τον ένδοξο
που με φωτιά ξεπλήρωσε του Καραλή το άγος
                                    ή μήπως
τ’ άσημο ναυτομπούλουκο των λαμνοκόπων, πλήρωμα γενναίων, άξια οδηγώντας του δοξασμένου μπουρλοτιέρικου τη ρότα
                                    στεφάνωσαν
του καπετάνιου τη θέληση τη σιδερένια με το αμάραντο στεφάνι που ‘χει η Δόξα, μένοντας άγνωστοι και αφανείς στων κύκλων την πλοκή;
Μπαίνοντας πια μες στης Οντέσσας το λιμάνι, των Φιλικών πατρίδα,
                        να ‘ταν οι τρεις ή οι ανώνυμοι πολλοί
που ‘δωσαν της ελπίδας μήνυμα σωτήριο στη δόλια την υπόδουλη πατρίδα;
Πώς έτσι παράξενα ρωτώντας στου ταξιδιού το στίχο το μονότονο
                                    βρίσκεις
ανάπαψη και ξεχασιά στης ιστορίας τη μια και μόνη,
                                    τη σταλαγματιά;



Μάριος
(και για την αντιγραφή)
Πάνος Μυλωνάς




Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2014

«Άτιτλο» ή «για την ποίηση»
Να ξεκινήσω της ζωής το ποίημα,
αναζητώντας μια σταλαγματιά αγάπη
κι όλο το φως της πλάσης να λάμψει πλάι μου
κι αν στην πορεία μένουν ορφανά όνειρα κι ελπίδες φρούδες,
τον αγώνα που ξεκινώ να μην αφήσω,
αφού όνειρο γίνεται της νιότης η χαρά.
Το μετερίζι ν’ ανεβώ ως χρέος θαρρώ που έχω,
δυνατά σπρώχνοντάς με η ανάγκη  πόθους  καρδιάς μαζί με στοχασμούς του νου
να συνταιριάσω στου στίχου το αντάμωμα.
Κι αν μακρινό της ποίησης το ταξίδι γίνεται και την ανάσα κονταίνει,
της ψυχής το τίναγμα λεύτερο θα με κάνει,
μια ζωή παλεύοντας στον κόσμο του στοχασμού και της σιωπής,
γνωρίζοντας που δύσκολο είναι το πέταγμα στα ουράνια
τη λευτεριά αν ζητάς,
μια δρασκελιά κι έπιασες, θαρρείς, της ποίησης το νόημα…
Μάριος
(και για την αντιγραφή)

Πάνος Μυλωνάς

Πέμπτη 17 Απριλίου 2014

Η πύλη του Χριστιανισμού είναι στενή και απόμερη όπως κάθε "έξοδος κινδύνου".

Το μόνο που ζήτησε ο Χριστός από τον Πέτρο για να τον αποκαταστήσει μετά την άρνηση ήταν η αγάπη. "Φιλείς με;" "Με αγαπάς;" Τον ρώτησε. Και το μόνο που πρόφερε εκείνος ήταν δάκρυα. "Έκλαυσεν πικρώς". Τίποτε άλλο. Ήταν όμως αρκετό!

                                      Από το βιβλίο "ΣΚΗΝΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΘΟΣ" του Κωνσταντίνου Κούρκουλα
Ενδιαφέρει:
Για το χτίσιμο του σπιτιού, η θέση.
Για τη σκέψη, το βάθος.
Για τη φιλία, η ειλικρίνεια.
Για τη συζήτηση, η ευγένεια.
Για τη διοίκηση, η δικαιοσύνη.
Για τη δουλειά, η ευσυνειδησία.
Για την πράξη, η σωστή στιγμή.
                                              Από το "Άγγελμα της ημέρας".


Σάββατο 18 Ιανουαρίου 2014

Μετάνοια

Μετάνοια (μετά - νους), σημαίνει ότι αλλάζει ο νους του ανθρώπου. Δεν πρόκειται για μια ψυχοσυναισθηματικού τύπου επιφανειακή αλλαγή του ανθρώπου, κάποια αλλαγή συναισθημάτων και ψυχολογίας δηλαδή, αλλαγή ιδεών ή διάθεσης, που ακριβώς επειδή κινείται σε επίπεδο ψυχικό, φυσικό δε διαρκεί. Φυλλορροεί χωρίς να δέσει καρπό και ο άνθρωπος κινείται δίχως άξονα, ασπόνδυλος. Μετάνοια σημαίνει αλλαγή του τρόπου ζωής, ριζική αλλαγή νοοτροπίας σε σημείο που ο άνθρωπος να διαπιστώνει ότι τα ίδια μάτια έχει και αλλιώτικα βλέπει, τα ίδια αυτιά έχει αλλά αλλιώς ακούει, το ίδιο σώμα έχει και αλλιώς το χρησιμοποιεί και αλλιώς κινείται, αλλιώς μιλάει, αλλιώς κατανοεί. Είναι γιατί ζει το του αποστόλου Παύλου "ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός" (Γαλ. 2,20). Γίνεται και είναι ελεύθερος τότε ο άνθρωπος, αυτό που ο γέροντας Ιωσήφ ο Σπηλαιώτης και Ησυχαστής ονομάζει "μηχάνημα του Θεού".